Πηγή: http://dmoz.org/Science/Biology/Evolution/Human/Aquatic_Ape_Theory/...ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ...
Μια σχετικά καινούργια θεωρία σχετικά με την εξέλιξη του ανθρώπου, είναι η υπόθεση οτι οι πρόγονοι του ανθρώπου εξελίχτηκαν μέσα σε υδάτινα οικοσυστήματα.όπου αναζητούσαν τροφή και προστασία.
Η παραμονή των πρώτων αντιπροσώπων του γένους μας στο νερό ή και κάτω απο αυτό, τροποποίησε το αναπνευστικό τους σύστημα ώστε να επιτυγχάνεται αυθόρμητα ο έλεγχος της αναπνοής, γεγονός που σύμφωνα με τη θεωρία του υδρόβιου πιθήκου, διαμόρφωσε το φωνητικό σύστημα κατάλληλα για την ανάπτυξη της μοναδικής ανθρώπινης ιδιότητας, του έναρθρου λόγου και ομιλίας.
Δυο καίρια σημεία που προβάλλονται απο τη θεωρία του υδρόβιου πιθήκου ως μαρτυρίες για το υδρόβιο παρελθόν μας, αποτελούν η απώλεια τριχώματος που χαρακτηρίζει το είδος μας και η κατανομή του λίπους του ανθρώπινου σώματος. που προσομοιάζει με αυτήν των θαλάσσιων κητών.
Οι παλαιοανθρωπολόγοι ερμήνευσαν την απώλεια του τριχώματος ως μηχανισμό μείωσης του κινδίνου υπερθέρμανσης του σώματος στο περιβάλλον της σαβάνας και της επίτευξης καλύτερης ψύξης του σώματος κατά την εξάτμιση του ιδρώτα.
Στον αντίποδα αυτής της άποψης τίθεται η παρατήρηση πολλών ζώων που παρότι εξελίχθηκαν στη σαβάνα, δεν απώλεσαν το τρίχωμά τους και πολλών ειδών πρωτευόντων που που ενώ καλύπτονται απο πυκνό τρίχωμα, η θερμορρύθμιση απο την εξάτμιση του ιδρώτα τους είναι ικανοποιητική.
Η θεωρία για την εξέλιξη του ανθρώπου σε υδάτινα περιβάλλοντα, φαίνεται απο πρώτη ματιά να ερμηνεύει ικανοποιητικά την απώλεια του τριχώματος. Οι οπαδοί της ισχυρίζονται άλλωστε οτι η πυκνότητα, η ελαστικότητα, η κατανομή του λίπους και των ιδρωτοποιών αδένων του ανθρώπινου δέρματος, μοιάζει περισσότερο με των υδρόβιων θηλαστικών παρά με των άλλων πρωτευόντων.
Συγκριτικές μελέτες μεταξύ των διαφόρων ειδών θηλαστικών υποδεικνύουν οτι η απώλεια του τριχώματος απο το δέρμα και η κατανομή του λίπους κάτω απο αυτό, σχετίζεται με την υδρόβια διαβίωση και την επίτευξη καλύτερης θερμορύθμισης.
Το ανθρώπινο είδος άλλωστε θα χαρακτηριζόταν εύκολα παχύσαρκο, δεδομένου οτι οι πλέον λιπόσαρκοι αντιπρόσωποί του διαθέτουν δεκαπλάσιο αριθμό λιποκυττάρων συγκριτικά με άλλα θηλαστικά παρόμοιου σωματικού μεγέθους.
Το ποσοστό λίπους στο νεογέννητο, υπερβαίνει και αυτό της φώκιας ή του θαλάσσιου λέοντα ενώ είναι εξαπλάσιο του μπαμπουίνου.
Μετά τη γένηση του ατόμου και παρά τις υψηλές ενεργειακές απαιτήσεις τουθ ανθρώπινου εγκεφάλου, το ποσοστό λίπους αυξάνεται και αγγίζει το 25% του σωματικού βάρους κατά τον ένατο μήνα της ζωής του εβρύου.
Σύμφωνα με τη θεωρία του υδρόβιου πιθήκου, τα χαρακτηριστικά αυτά δε μπορεί να αποτελούν μέρος της κληρονομικότητας μιας δενδρόβιας προγονικής διαβίωσης, ούτε προσαρμογές στο περιβάλον της Αφρικής.
Η άποψη οτι το περίσσιο λίπος χρησίμευε ως αποθήκη της προσλαμβανόμενης ενέργειας για μελλοντική χρήση, αντικρούεται απο τη θεωρία λόγω του οτι η αύξηση βάρους στον άνθρωπο δεν είναι εποχική αλλά χρονικά σταθερή.
Ταυτόχρονα η συσσώρευση του λίπους δε θα αποτελούσε πλεονέκτημα στη σαβάνα, όπου η ταχύτητα αποτελεί προυπόθεση για την επιβίωση τόσο των θηρευτών όσο και των θηραμάτων.
Αντίθετα, απο τη θεωρία αυτή προβάλεται η άποψη οτι η συσσώρευση του λίπους εξυπηρετούσε στο παρελθόν την πλευστότητα του ατόμου μέσα στο νερό. Η δε αύξηση της ποσότητας του λίπους υποδεικνύει οτι οι πρόγονοι του ανθρώπου ήταν κολυμβητές που κατά κανόνα παρέμεναν στην επιφάνεια του νερού καθώς η αυξημένη πλευστότητα που προσέφερε το άφθονο λίπος θα αποτελούσε εμπόδιο για την κατάδυση σε μεγάλα βάθη.
Τέλος οι υποστηρικτές της θεωρίας αντιπαραθέτουν ως ένδειξη του ρόλου του λίπους, την ευκολία με την οποία τα νεογνά του ανθρώπου επιπλέουν όταν βρεθούν στο νερό σε σχέση με τα νεογνά του γορίλα ή του χιμπαντζή που βυθίζονται.